Είναι τιμή κάποιος να γεννηθεί νάνος. Τουλάχιστον έτσι μου έλεγαν οι γονείς μου όταν ακόμα ήμουνα μικρός. Ο πατέρας μου ήταν τμηματάρχης τότε σε μια υπηρεσία του βασιλιά, εγώ είμαι πολλή μικρός για να θυμάμαι σε πια και ο πατέρας μου ή οι υπόλοιποι δεν μου λένε, δεν τους αρέσει να θυμούνται τα παλιά. Όταν λέω υπόλοιποι εννοώ βέβαια την μάνα μου και τα δύο μου αδέλφια, ο πρώτος στην οικογένεια μας λέγεται Στέακ «Στουνσμας» Ολντμποουν, είναι έμπορος, γυρίζει τις χώρες προσπαθώντας να μαζέψει ξανά την παλιά μας αίγλη και περιουσία. Η δεύτερη στην οικογένεια λέγεται Σεσίλια Ολντμποουν και αυτή είναι η αιτία της πτώσης της οικογένειας μας αλλά πιο πολλά για αυτό μετά. Ο πατέρας μου λέγεται Σαρδόνιος «Σαρπμάιντ» Ολντμποουν και η μητέρα μου Λοτέκα Ολντμποουν. Εγώ ονομάζομαι Βαρθολομαίος «Τεμπερ» Ολντμποουν και είμαι ο μικρότερος της οικογένειας.
Όπως σας έλεγα η οικογένεια μου ήταν μια ευκατάστατη οικογένεια νάνων, ζούσαμε ήσυχα, το μόνο αξιοσημίοτο ήταν ο θάνατος μιας αδερφής μου όταν ήταν ακόμα πολύ μικρή, ούτε για αυτό ξέρω λεπτομέρειες, ξέρω όμως ότι η μητέρα μου δεν συνήλθε ποτέ τελείως από αυτό.
Όλα άλλαξαν όταν μαθεύτηκε το σκάνδαλο της αδελφής μου. Ότι το έσκασε με την βοήθεια ενός χαλφ-όρκ. Ήταν μετά από τον καβγά που της έκανε ο πατέρας μου όταν ποια αποφάσισε να φύγει. Οι γονείς μου προσπάθησαν να καλύψουν το σκάνδαλο αλλά μάταια. Η ντροπή που έπεσε στην οικογένεια μου φοβερή. Μία Ολντμποουν να εγκαταλείψει έτσι το σπίτι της και την οικογένεια της, ακόμα χειρότερα να εγκαταλείψει το βουνό παρέα με ένα Ημίαμο σκουπίδι; Μέσα σε λίγες μέρες βρήκαν κάποια ηλίθια δικαιολογία και διώξανε τον πατέρα μου από την θέση του, όλοι οι γνωστοί και «φίλοι» του γύρισαν την πλάτη. Κανείς δεν του/μας είπε ποτέ τίποτα στα ίσια αλλά όλοι άλλαζαν στενό όταν μας έβλεπαν. Ή μητέρα μου αποκόπηκε από τους κύκλους της και οι δανειστές άρχισαν να κυκλώνουν την οικογένεια μας σαν πτωματοφάγα σκουλήκια. Μη μπορώντας να αντέξει άλλο ο πατέρας μου πείρε την υπόλοιπη οικογένεια του και έφυγε από το βουνό και εγκατασταθήκαμε στο χωριό Κορακοράχη, εδώ που είμαστε αυτό το χωριό. Με τις τελευταίες του οικονομίες πήρε τα πρώτα εμπορεύματα για τον αδερφό μου και τον έστειλε να γίνει έμπορος και πλήρωσε έναν μισθοφόρο να με εκπαιδεύσει σαν πολεμιστή, ό ίδιος λιώνει κάθε μέρα προσπαθώντας να βρει κάποιο τρόπο να μας επαναφέρει στην παλαιά μας δόξα.
Αλλά ας μην είναι τα λόγια μας σαθρά χαλίκια, μόνο τρία πράγματα σέβονται οι νάνοι, τον χρυσό, την δόξα στην μάχη και το παρελθόν τους. Αρκετό χρυσό δεν πρόκειται να μαζέψουμε σε αυτή τη γενιά, ίσος σε δυο τρεις, τα βασίλεια των νάνων έχουν βρεθεί πια όλα, όποτε δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε ηρωικά κανένα, το μόνο που μας μένει είναι η μάχη και αν και σου φαίνονται ειρηνικοί καιροί εγώ μυρίζω πόλεμο στον αέρα. Όλοι είναι νευρικοί με την μεγάλη φωτιά του δάσους και ακούγονται λόγια για δαίμονες. Χα! Σου λέω πόλεμος είναι κοντά, και σε αυτόν τον πόλεμο θα ακουστή το όνομά μου. Να το θυμάσαι γέρο το όνομα μου Βαρθολομαίος Ολντμποουν γνωστός και ως «Τεμπερ», να το θυμάσαι γιατί θα το ακούσεις σε τραγούδια σύντομα, πολύ σύντομα. Εγώ θα επαναφέρω την οικογένεια μας στη παλαιά της αίγλη. Τη; Η αδερφή μου; Μπαχ! Ας πάει στο καλό! Πήρε μια απόφαση και την ακολούθησε έκανε ότι θα έκανε κάθε Ολντμποουν, όχι δεν είμαστε ενοχλημένη με την αδερφή μου, απογοητευμένη λίγο ίσος. Είμαστε όμως οργισμένοι με τα φίδια, τους προδότες και τους υθικό-υποκριτές στην πατρίδα μας. Αυτοί όταν επιστρέψουμε θα υποφέρουν.
Να το θυμάσαι και αυτό, θα υποφέρουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου